Αντισυλληπτικά δισκία
Τα αντισυλληπτικά δισκία είναι διαδεδομένα γιατί παρέχουν στην γυναίκα την ευχέρεια συνευρέσεως χωρίς τον κίνδυνο της εγκυμοσύνης. Λαμβάνοντας ένα αντισυλληπτικό δισκίο ή ‘χάπι’ (δεν είναι απαραίτητα χάπι μπορεί να έχει και τη μορφή αυτοκόλλητης ταινίας –transdermal patch- για διαδερματική χορήγηση) μεταβάλουμε δραστικά την ορμονική ισορροπία του οργανισμού αφού εισάγουμε επί πλέον οιστρογόνο (οιστραδιόλη) ή συνδυασμό οιστρογόνου και προγεστερόνης. Οι δύο αυτές ορμόνες είναι τα σταθερά συστατικά κάθε αντισυλληπτικού δισκίου, αν και η αναλογία τους ποικίλει, αφού υπάρχουν αρκετοί διαφορετικοί τύποι. Πρέπει να λάβουμε υπόψην ότι η λήψη του αντισυλληπτικού πρέπει είναι συνεχής (καθημερινή) για να έχει αποτελέσματα, άρα και η μεταβολή της ορμονικής σύνθεσης του οργανισμού ισχύει για μεγάλα χρονικά διαστήματα, συνδεδεμένα με την λήψη ή όχι δισκίων.
Δράση και δοσολογία
Για να είναι δραστικό το αντισυλληπτικό πρέπει να λαμβάνεται 21 συνεχείς ημέρες, από την 1η ημέρα της εμμήνου ρύσεως. Η δράση του εκδηλώνεται με την αναστολή της ωορρηξίας και τη μεταβολή της σύστασης της βλέννας του βλεννογόνου του τραχήλου της μήτρας. Το αποτέλεσμα και των δύο δράσεων είναι η αδυναμία σύλληψης αφού η παχύρευστη πλέον βλέννα του τραχήλου δεν επιτρέπει στα σπερματοζωάρια να εισέλθουν, αλλά και τούτο να επιτευχθεί δεν υπάρχει ώριμο ωάριο προς γονιμοποίηση. Ακολουθεί μία περίοδος διακοπής της λήψης δισκίου για 7 ημέρες κατά τη διάρκεια της οποίας συμβαίνει μία υπολειμματική μορφή περιόδου. Εν συνεχεία ο κύκλος επαναλαμβάνεται [Εικόνα: Δερματικό αυτοκόλλητο, αριστερά και καρτέλλα με αντισυλληπτικά δισκία για τις ανάγκες ενός μήνα, δεξιά].
Ωφέλεια και καρδιαγγειακός κίνδυνος
Στον ανθρώπινο οργανισμό καμία ορμονική δράση δεν είναι πλήρως ανεξαρτητοποιημένη αλλά συνδέεται με εξισορροπητικό τρόπο και με άλλα ορμονικά συστήματα και λειτουργίες. Έτσι η υπερλειτουργία ενός ορμονικού άξονα είναι βέβαιον ότι θα επιφέρει μεταβολές και σε φαινομενικά ασύνδετες λειτουργίες μεταξύ τους. Από τις δράσεις που αφορούν το καρδιαγγειακό πρέπει να σημειώσουμε την τάση για κατακράτηση ύδατος, την πιθανή αύξηση του βάρους μέσω της αύξησης της όρεξης, την τάση για αύξηση της αρτηριακής πίεσης και τέλος την σημαντικότερη εξ όλων την τάση για αύξηση των θρομβώσεων. Αν και η τελευταία παρενέργεια δεν είναι συχνή, αφορά 30-40 γυναίκες ανά 100.000 λήπτριες δισκίου, είναι εν τούτοις 4πλάσια από το φυσιολογικό και μπορεί να εκδηλωθεί με δραματικό τρόπο, δηλαδή με μαζική πνευμονική εμβολή, έμφραγμα του μυοκαρδίου ή εγκεφαλικό επεισόδιο, καταστάσεις που απειλούν ευθέως τη ζωή και μάλιστα σε νεαρά άτομα, όπως είναι κατά τεκμήριο οι γυναίκες που έχουν ανάγκη αντισύλληψης. Τα νεώτερα 3ης και 4ης γενεάς αντισυλληπτικά δισκία (περιέχουν συνθετικά οιστρογόνα και προγεστερόνη) φαίνεται ότι είναι περισσότερο επιβαρυντικά και ήδη η EMA (European Medicines Agency) εξετάζει αν πρέπει να μπουν περιορισμοί στη χρήση τους. Η ωφέλεια της ελευθερίας από μία ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη πρέπει να σταθμιστεί με τον κίνδυνο βλάβης της υγείας, από μία επίσης ανεπιθύμητη θρόμβωση.
Ευαίσθητες ομάδες για καρδιαγγειακό κίνδυνο
Ο κίνδυνος για θρόμβωση είναι ακόμη μεγαλύτερος σε ορισμένες κατηγορίες που έχουν ήδη προδιάθεση όπως οι γυναίκες με ιστορικό ατομικό ή οικογενειακό θρομβώσεων ή θρομβοφιλίας. Ο κίνδυνος για θρόμβωση μεγιστοποιείται και σε όλες τις γυναίκες που έχουν αυξημένο κίνδυνο θρομβώσεων όπως είναι οι καπνίστριες, αυτές με ιστορικό υπέρτασης, παχυσαρκίας, σακχαρώδους διαβήτη ή υπερλιπιδαιμίας και ακόμη περισσότερο σε όσες υπάρχει ιστορικό εμφράγματος του μυοκαρδίου, ή εγκεφαλικού επεισοδίου. Γενικά υπάρχει αντένδειξη λήψης αντισυλληπτικών για όλες τις παραπάνω κατηγορίες, σχετική αντένδειξη για ηλικίες > 35 ετών, ενώ οι καπνίστριες πρέπει να διαλέξουν ‘χάπι’ ή κάπνισμα, όχι και τα δύο.
Κίνδυνοι και ενημέρωση
Αν και στο παρόν άρθρο εξετάζεται ο καρδιαγγειακός κίνδυνος από την λήψη αντισυλληπτικών πρέπει να έχουμε υπ όψη και άλλους κινδύνους όπως αυτός της ανάπτυξης καρκίνου του τραχήλου της μήτρας (έστω και μικρός) καθώς και την ασύμβατη λήψη τους σε περίπτωση κακοήθειας ωοθηκών, μήτρας ή μαστών. Ασύμβατη είναι επίσης η λήψη τους σε περίπτωση ενεργών παθήσεων του ήπατος και του παγκρέατος καθώς και στην περίπτωση ειδικών λοιμώξεων όπως είναι η φυματίωση ή μόλυνση από ιό HIV.
Εξ όλων όσων εξετέθησαν προκύπτει η ανάγκη πλήρους ενημέρωσης σε όλες τις υποψήφιες λήπτριες αντισυλληπτικών δισκίων, που βέβαια δεν έχουν αντένδειξη, προκειμένου να αποφασίσουν να αναλάβουν ή όχι τον μικρό αλλά όχι αμελητέο κίνδυνο που προκύπτει από τη χρήση τους.